Προκλητική εμπλοκή συγκεκριμένων ΜΚΟ στις θεσμικές διαδικασίες για τη διαχείριση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος
Τον περασμένο Οκτώβριο, η πολυεθνική περιβαλλοντική Μη Κυβερνητική Οργάνωση WWF (Παγκόσμιο Ταμείο για την Φύση), δημοσίευσε «κείμενο διαλόγου» υπό τον τίτλο «Ενίσχυση της προστασίας της φύσης – Πρόταση του WWF Ελλάς για ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό σύστημα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος». Στο συγκεκριμένο κείμενο προτείνεται, μεταξύ άλλων προκλητικών θέσεων, η απορρόφηση των ιδιωτικών Θηροφυλάκων που έχουν προσλάβει, χρηματοδοτούν και απασχολούν οι Κυνηγετικές Οργανώσεις από το 2000 μέχρι σήμερα, από τη Δασική Υπηρεσία (ή «Εφορία Φυσικού Περιβάλλοντος» όπως αυθαίρετα προτείνει το WWF να μετονομαστεί ή συγκεκριμένη Υπηρεσία).
Το γεγονός πως αντί ανοιχτής προκήρυξης μέσω ΑΣΕΠ, όπως προβλέπεται από το νόμο 3812/2009 για τις προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων, η συγκεκριμένη οργάνωση προτείνει την απευθείας απορρόφηση των ιδιωτικών φυλάκων θήρας των Κυνηγετικών Οργανώσεων, αποδεικνύει με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο πως συγκεκριμένες «επιφανείς» περιβαλλοντικές ΜΚΟ στην προσπάθειά τους να πλήξουν μέχρι κατάργησης τις Κυνηγετικές Οργανώσεις, επιστρατεύουν ακόμη και αθέμιτα μέσα.
Οι συγκεκριμένες ΜΚΟ απολαμβάνουν καθεστώς ασυλίας σε ό,τι αφορά στη διαχείριση των υπέρογκων ποσών από Εθνικούς και Ευρωπαϊκούς πόρους που έχουν λάβει τα τελευταία χρόνια για την εκπόνηση μελετών και προγραμμάτων αμφιβόλου ποιότητος και αποτελεσματικότητας στο βαθμό που δεν δημοσιεύονται τα αποτελέσματά τους. Εκτός αυτού, με τη συνδρομή της τέως Υπουργού ΠΕΚΑ, έχουν καταλάβει πλήθος νευραλγικών θέσεων σε κάθε θεσμική επιτροπή που σχετίζεται με τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας και την κατανομή των σχετικών κονδυλίων ενώ έτυχαν προκλητικά ευνοϊκής μεταχείρισης σε όλα τα νομοσχέδια του ΥΠΕΚΑ που ψηφίστηκαν μέχρι τον ανασχηματισμό του Ιουνίου του 2011.
Πακτωλός χρημάτων έχει ξοδευτεί σε μελέτες και προγράμματα των συγκεκριμένων περιβαλλοντικών ΜΚΟ χωρίς να έχει προσφέρει κάτι ουσιαστικό στο φυσικό περιβάλλον της Ελλάδας. Η «βιομηχανία» των αμφιλεγόμενων περιβαλλοντικών μελετών που έχει στηθεί και ανθεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια παράγει νομοθετήματα ανεφάρμοστα και ουδόλως αποδοτικά για τη φύση. «Παράγουμε πολύ αέρα, αλλά δεν προστατεύουμε καθόλου το περιβάλλον», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο πρώην πρωθυπουργός. Τα ποσά που κατασπαταλήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια θα ήταν αρκετά για την πλήρη ανατροπή της αρνητικής κατάστασης που επικρατεί σήμερα στη διαχείριση της Ελληνικής φύσης αν διοχετεύονταν σε ουσιαστικά παραγωγικές διαδικασίες και σε πραγματική ενίσχυση των αρμόδιων για την προστασία του περιβάλλοντος δημόσιων φορέων, με τη συνδρομή και τη στήριξη των ανθρώπων της υπαίθρου.
Από την άλλη πλευρά, οι νόμιμοι Έλληνες κυνηγοί με τον τρόπο που έχουν οργανωθεί σε 230 Συλλόγους, επτά Ομοσπονδίες και τη Συνομοσπονδία, αποτελούν πολύτιμη εφεδρεία και σταθερό συνεργάτη της Δασικής Υπηρεσίας εδώ και πολλά χρόνια. Οι κυνηγετικές οργανώσεις απασχολούν σε μόνιμη βάση περισσότερους από 350 θηροφύλακες, 50 ειδικούς επιστήμονες και 100 διοικητικούς υπαλλήλους χωρίς να επιβαρύνουν έστω και με ένα ευρώ τον κρατικό προϋπολογισμό.
Θα ήταν ευχής έργο να υπήρχε η παραπάνω οργάνωση, όχι μόνο γύρω από δραστηριότητες ερασιτεχνικού χαρακτήρα που σχετίζονται με τη χρήση των ανανεώσιμων φυσικών πόρων (ερασιτεχνική αλιεία, συλλογή βοτάνων, μανιταριών κλπ), αλλά ακόμη και σε δραστηριότητες επαγγελματικού χαρακτήρα (υλοτομία, κτηνοτροφία, μελισσοκομία). Με τον τρόπο αυτό θα ήταν πιο άμεση και αποτελεσματική η επικοινωνία και η συνεργασία της κεντρικής αλλά και της αποκεντρωμένης διοίκησης με τους ερασιτέχνες και τους επαγγελματίες χρήστες, οι οποίοι μπορούν και πρέπει να δραστηριοποιούνται στα πλαίσια της αειφορικής διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος και της προστασίας της βιοποικιλότητας.
Η παραπάνω προσέγγιση υποστηρίζεται επιστημονικά και εφαρμόζεται διοικητικά σε κάθε προηγμένη δασοπονικά χώρα της ΕΕ. Αντίθετα, στη χώρα μας, το WWF Ελλάς και οι συν αυτώ περιβαλλοντικές ΜΚΟ (Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Greenpeace, Αρκτούρος, Αρχέλων, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης, MOm, Καλλιστώ και Δίκτυο Μεσόγειος SOS) έχουν συγκροτήσει οργανωμένη ομάδα συμφερόντων με κοινά στελέχη, κοινά δελτία τύπου επί παντός επιστητού, και κοινά οφέλη σε ό,τι αφορά στην εκπροσώπηση αλλά και τη συμμετοχή – εμπλοκή τους στις αρμόδιες θεσμικές επιτροπές για τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος. Η ομάδα επιχειρεί συστηματικά να καταργήσει κάθε μορφή συλλογικότητας των ανθρώπων που βιώνουν, στην πράξη και όχι στη θεωρία, την Ελληνική ύπαιθρο και προσφέρουν αντί να κερδίζουν από αυτήν.
Επειδή η χώρα μαστίζεται από οικονομική κρίση, θεωρούμε σημαντικό να τονίσουμε συμπληρωματικά το γεγονός πως ο ετήσιος τζίρος γύρω από την άσκηση της δραστηριότητας της θήρας ξεπερνά τα 2 δις ευρώ ετησίως. Την ίδια στιγμή οι Κυνηγετικές Οργανώσεις διαχειρίζονται λιγότερα από 15 εκ.ευρώ ετησίως, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων μεταφράζεται σε θέσεις εργασίας που είναι πλέον ιδιαίτερα πολύτιμες για τη χώρα μας. Μάλιστα, οι παραπάνω θέσεις εργασίας σχετίζονται άμεσα και ανταποδοτικά με το αντικείμενο που τις δημιουργεί, τη θήρα. Αντιλαμβάνεται και ο πλέον αδαής πως η αναίτια, σε βαθμό εμπάθειας, προσπάθεια απαξίωσης των Κυνηγετικών Οργανώσεων στην Ελλάδα από τις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές ΜΚΟ, θα στερήσει πλήθος θέσεων εργασίας από την ήδη επιβαρυμένη κοινωνία.
Το Ελληνικό Δημόσιο μέχρι σήμερα δεν έχει ασχοληθεί ποτέ ουσιαστικά με τη διαχείριση της θήρας και των θηραματικών πληθυσμών. Αντίθετα, εκχωρεί όπως φαίνεται τη συγκεκριμένη -συνταγματικά κατοχυρωμένη- υποχρέωσή του σε μη διαπιστευμένες πολυεθνικές περιβαλλοντικές ΜΚΟ που δεν ελέγχονται από κανένα θεσμικό φορέα και δεν διαθέτουν το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό ούτε τις απαραίτητες γνώσεις πάνω στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Οι συγκεκριμένες περιβαλλοντικές ΜΚΟ, όπως έχει γίνει προφανές εδώ και καιρό, ενδιαφέρονται για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μόνον εφόσον αυτή εξασφαλίζει πόρους και διαχειριστικό ρόλο στις ίδιες, αδιαφορώντας προκλητικά για τις τοπικές κοινωνίες αλλά και για την παράδοση του τόπου.
Με βάση τα παραπάνω ζητούμε από τον Υπουργό ΠΕΚΑ:
Να απορριφθούν σε θεσμικό επίπεδο οι προτάσεις της συγκεκριμένης πολυεθνικής ΜΚΟ σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της θήρας στη χώρα μας, αντικείμενο με το οποίο ουδέποτε έχει ασχοληθεί. Ιδίως κατά τη διαδικασία αναθεώρησης της Δασικής Νομοθεσίας, να υπάρξει επιτέλους ουσιαστική συνεργασία των στελεχών του Υπουργείου με τις θεσμοθετημένες Κυνηγετικές Οργανώσεις σε ό,τι αφορά τα θέματα της θήρας στην Ελλάδα.
Να δημιουργηθεί άμεσα Μητρώο Διαπιστευμένων Περιβαλλοντικών ΜΚΟ κατά αντικείμενο, με βάση το επιστημονικό προσωπικό που απασχολούν σε μόνιμη βάση. Με τα σημερινά δεδομένα, «στην Ελλάδα είσαι ότι δηλώσεις» και αυτό ακριβώς εφαρμόζουν οι γνωστές ΜΚΟ. Βλέπουμε ανθρώπους χωρίς σχετική πιστοποίηση να βαφτίζονται «ορνιθολόγοι» και να (συν)υπογράφουν κείμενα που έχουν αναγνωριστεί ακόμα και από το ΥΠΕΚΑ.
Να αναθεωρηθεί το καθεστώς «συνεργασίας» – εμπλοκής των εκπροσώπων των περιβαλλοντικών ΜΚΟ σε κάθε θεσμικό όργανο που σχετίζεται με τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας αλλά και σε ευαίσθητους τομείς όπως η περιβαλλοντική εκπαίδευση. Να αποκλείονται άμεσα οι οργανώσεις που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης στο Μητρώο Διαπιστευμένων Περιβαλλοντικών ΜΚΟ.
Να γίνει επιτέλους ισότιμη η μεταχείριση των περιβαλλοντικών ΜΚΟ ανά αντικείμενο. Η βιοποικιλότητα σαν έννοια περιλαμβάνει κάθε είδος χλωρίδας και πανίδας που ενδιαιτεί σε μία χώρα. Δε μπορεί επομένως για την προστασία των πτηνών και των θηλαστικών να ξοδεύονται εκατομμύρια και για την προστασία των ερπετών ή των εντόμων να μη ξοδεύεται ούτε ένα ευρώ επειδή οι σχετικές περιβαλλοντικές ΜΚΟ δεν συμμετέχουν στην «ομάδα των 10» που λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος των πράσινων πόρων.
Να δημιουργηθεί άμεσα και να αναρτηθεί στο διαδίκτυο ανοιχτή βάση δεδομένων όπου θα φαίνονται τα χρήματα που έχει λάβει κάθε οργάνωση αναδρομικά, καθώς και η αξιοποίησή τους σε σχέση πάντα με το αντικείμενο στο οποίο εξειδικεύονται.
Εκτιμούμε πως η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας επιτάσσει, αντί της απαξίωσης των συλλογικών φορέων που εκπροσωπούν τις παραδοσιακές χρήσεις γης στην Ελλάδα, να θεσμοθετηθεί άμεσα ένα σύστημα ελέγχου κάθε περιβαλλοντικής ΜΚΟ. Ιδίως των ΜΚΟ που παρεμβαίνουν στις θεσμικές διαδικασίες και απολαμβάνουν Εθνικούς, Ευρωπαϊκούς ή άλλους πόρους. Να γίνει επιτέλους το πρώτο βήμα για την ουσιαστική διαφάνεια των χειρισμών και της διάθεσης των κονδυλίων, στα πλαίσια της ορθής διαχείρισης και της προστασίας του πολύπαθου φυσικού περιβάλλοντος της χώρας μας.
Τον περασμένο Οκτώβριο, η πολυεθνική περιβαλλοντική Μη Κυβερνητική Οργάνωση WWF (Παγκόσμιο Ταμείο για την Φύση), δημοσίευσε «κείμενο διαλόγου» υπό τον τίτλο «Ενίσχυση της προστασίας της φύσης – Πρόταση του WWF Ελλάς για ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό σύστημα προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος». Στο συγκεκριμένο κείμενο προτείνεται, μεταξύ άλλων προκλητικών θέσεων, η απορρόφηση των ιδιωτικών Θηροφυλάκων που έχουν προσλάβει, χρηματοδοτούν και απασχολούν οι Κυνηγετικές Οργανώσεις από το 2000 μέχρι σήμερα, από τη Δασική Υπηρεσία (ή «Εφορία Φυσικού Περιβάλλοντος» όπως αυθαίρετα προτείνει το WWF να μετονομαστεί ή συγκεκριμένη Υπηρεσία).
Το γεγονός πως αντί ανοιχτής προκήρυξης μέσω ΑΣΕΠ, όπως προβλέπεται από το νόμο 3812/2009 για τις προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων, η συγκεκριμένη οργάνωση προτείνει την απευθείας απορρόφηση των ιδιωτικών φυλάκων θήρας των Κυνηγετικών Οργανώσεων, αποδεικνύει με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο πως συγκεκριμένες «επιφανείς» περιβαλλοντικές ΜΚΟ στην προσπάθειά τους να πλήξουν μέχρι κατάργησης τις Κυνηγετικές Οργανώσεις, επιστρατεύουν ακόμη και αθέμιτα μέσα.
Οι συγκεκριμένες ΜΚΟ απολαμβάνουν καθεστώς ασυλίας σε ό,τι αφορά στη διαχείριση των υπέρογκων ποσών από Εθνικούς και Ευρωπαϊκούς πόρους που έχουν λάβει τα τελευταία χρόνια για την εκπόνηση μελετών και προγραμμάτων αμφιβόλου ποιότητος και αποτελεσματικότητας στο βαθμό που δεν δημοσιεύονται τα αποτελέσματά τους. Εκτός αυτού, με τη συνδρομή της τέως Υπουργού ΠΕΚΑ, έχουν καταλάβει πλήθος νευραλγικών θέσεων σε κάθε θεσμική επιτροπή που σχετίζεται με τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας και την κατανομή των σχετικών κονδυλίων ενώ έτυχαν προκλητικά ευνοϊκής μεταχείρισης σε όλα τα νομοσχέδια του ΥΠΕΚΑ που ψηφίστηκαν μέχρι τον ανασχηματισμό του Ιουνίου του 2011.
Πακτωλός χρημάτων έχει ξοδευτεί σε μελέτες και προγράμματα των συγκεκριμένων περιβαλλοντικών ΜΚΟ χωρίς να έχει προσφέρει κάτι ουσιαστικό στο φυσικό περιβάλλον της Ελλάδας. Η «βιομηχανία» των αμφιλεγόμενων περιβαλλοντικών μελετών που έχει στηθεί και ανθεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια παράγει νομοθετήματα ανεφάρμοστα και ουδόλως αποδοτικά για τη φύση. «Παράγουμε πολύ αέρα, αλλά δεν προστατεύουμε καθόλου το περιβάλλον», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο πρώην πρωθυπουργός. Τα ποσά που κατασπαταλήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια θα ήταν αρκετά για την πλήρη ανατροπή της αρνητικής κατάστασης που επικρατεί σήμερα στη διαχείριση της Ελληνικής φύσης αν διοχετεύονταν σε ουσιαστικά παραγωγικές διαδικασίες και σε πραγματική ενίσχυση των αρμόδιων για την προστασία του περιβάλλοντος δημόσιων φορέων, με τη συνδρομή και τη στήριξη των ανθρώπων της υπαίθρου.
Από την άλλη πλευρά, οι νόμιμοι Έλληνες κυνηγοί με τον τρόπο που έχουν οργανωθεί σε 230 Συλλόγους, επτά Ομοσπονδίες και τη Συνομοσπονδία, αποτελούν πολύτιμη εφεδρεία και σταθερό συνεργάτη της Δασικής Υπηρεσίας εδώ και πολλά χρόνια. Οι κυνηγετικές οργανώσεις απασχολούν σε μόνιμη βάση περισσότερους από 350 θηροφύλακες, 50 ειδικούς επιστήμονες και 100 διοικητικούς υπαλλήλους χωρίς να επιβαρύνουν έστω και με ένα ευρώ τον κρατικό προϋπολογισμό.
Θα ήταν ευχής έργο να υπήρχε η παραπάνω οργάνωση, όχι μόνο γύρω από δραστηριότητες ερασιτεχνικού χαρακτήρα που σχετίζονται με τη χρήση των ανανεώσιμων φυσικών πόρων (ερασιτεχνική αλιεία, συλλογή βοτάνων, μανιταριών κλπ), αλλά ακόμη και σε δραστηριότητες επαγγελματικού χαρακτήρα (υλοτομία, κτηνοτροφία, μελισσοκομία). Με τον τρόπο αυτό θα ήταν πιο άμεση και αποτελεσματική η επικοινωνία και η συνεργασία της κεντρικής αλλά και της αποκεντρωμένης διοίκησης με τους ερασιτέχνες και τους επαγγελματίες χρήστες, οι οποίοι μπορούν και πρέπει να δραστηριοποιούνται στα πλαίσια της αειφορικής διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος και της προστασίας της βιοποικιλότητας.
Η παραπάνω προσέγγιση υποστηρίζεται επιστημονικά και εφαρμόζεται διοικητικά σε κάθε προηγμένη δασοπονικά χώρα της ΕΕ. Αντίθετα, στη χώρα μας, το WWF Ελλάς και οι συν αυτώ περιβαλλοντικές ΜΚΟ (Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Greenpeace, Αρκτούρος, Αρχέλων, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης, MOm, Καλλιστώ και Δίκτυο Μεσόγειος SOS) έχουν συγκροτήσει οργανωμένη ομάδα συμφερόντων με κοινά στελέχη, κοινά δελτία τύπου επί παντός επιστητού, και κοινά οφέλη σε ό,τι αφορά στην εκπροσώπηση αλλά και τη συμμετοχή – εμπλοκή τους στις αρμόδιες θεσμικές επιτροπές για τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος. Η ομάδα επιχειρεί συστηματικά να καταργήσει κάθε μορφή συλλογικότητας των ανθρώπων που βιώνουν, στην πράξη και όχι στη θεωρία, την Ελληνική ύπαιθρο και προσφέρουν αντί να κερδίζουν από αυτήν.
Επειδή η χώρα μαστίζεται από οικονομική κρίση, θεωρούμε σημαντικό να τονίσουμε συμπληρωματικά το γεγονός πως ο ετήσιος τζίρος γύρω από την άσκηση της δραστηριότητας της θήρας ξεπερνά τα 2 δις ευρώ ετησίως. Την ίδια στιγμή οι Κυνηγετικές Οργανώσεις διαχειρίζονται λιγότερα από 15 εκ.ευρώ ετησίως, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων μεταφράζεται σε θέσεις εργασίας που είναι πλέον ιδιαίτερα πολύτιμες για τη χώρα μας. Μάλιστα, οι παραπάνω θέσεις εργασίας σχετίζονται άμεσα και ανταποδοτικά με το αντικείμενο που τις δημιουργεί, τη θήρα. Αντιλαμβάνεται και ο πλέον αδαής πως η αναίτια, σε βαθμό εμπάθειας, προσπάθεια απαξίωσης των Κυνηγετικών Οργανώσεων στην Ελλάδα από τις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές ΜΚΟ, θα στερήσει πλήθος θέσεων εργασίας από την ήδη επιβαρυμένη κοινωνία.
Το Ελληνικό Δημόσιο μέχρι σήμερα δεν έχει ασχοληθεί ποτέ ουσιαστικά με τη διαχείριση της θήρας και των θηραματικών πληθυσμών. Αντίθετα, εκχωρεί όπως φαίνεται τη συγκεκριμένη -συνταγματικά κατοχυρωμένη- υποχρέωσή του σε μη διαπιστευμένες πολυεθνικές περιβαλλοντικές ΜΚΟ που δεν ελέγχονται από κανένα θεσμικό φορέα και δεν διαθέτουν το απαραίτητο επιστημονικό προσωπικό ούτε τις απαραίτητες γνώσεις πάνω στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Οι συγκεκριμένες περιβαλλοντικές ΜΚΟ, όπως έχει γίνει προφανές εδώ και καιρό, ενδιαφέρονται για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μόνον εφόσον αυτή εξασφαλίζει πόρους και διαχειριστικό ρόλο στις ίδιες, αδιαφορώντας προκλητικά για τις τοπικές κοινωνίες αλλά και για την παράδοση του τόπου.
Με βάση τα παραπάνω ζητούμε από τον Υπουργό ΠΕΚΑ:
Να απορριφθούν σε θεσμικό επίπεδο οι προτάσεις της συγκεκριμένης πολυεθνικής ΜΚΟ σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της θήρας στη χώρα μας, αντικείμενο με το οποίο ουδέποτε έχει ασχοληθεί. Ιδίως κατά τη διαδικασία αναθεώρησης της Δασικής Νομοθεσίας, να υπάρξει επιτέλους ουσιαστική συνεργασία των στελεχών του Υπουργείου με τις θεσμοθετημένες Κυνηγετικές Οργανώσεις σε ό,τι αφορά τα θέματα της θήρας στην Ελλάδα.
Να δημιουργηθεί άμεσα Μητρώο Διαπιστευμένων Περιβαλλοντικών ΜΚΟ κατά αντικείμενο, με βάση το επιστημονικό προσωπικό που απασχολούν σε μόνιμη βάση. Με τα σημερινά δεδομένα, «στην Ελλάδα είσαι ότι δηλώσεις» και αυτό ακριβώς εφαρμόζουν οι γνωστές ΜΚΟ. Βλέπουμε ανθρώπους χωρίς σχετική πιστοποίηση να βαφτίζονται «ορνιθολόγοι» και να (συν)υπογράφουν κείμενα που έχουν αναγνωριστεί ακόμα και από το ΥΠΕΚΑ.
Να αναθεωρηθεί το καθεστώς «συνεργασίας» – εμπλοκής των εκπροσώπων των περιβαλλοντικών ΜΚΟ σε κάθε θεσμικό όργανο που σχετίζεται με τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας αλλά και σε ευαίσθητους τομείς όπως η περιβαλλοντική εκπαίδευση. Να αποκλείονται άμεσα οι οργανώσεις που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης στο Μητρώο Διαπιστευμένων Περιβαλλοντικών ΜΚΟ.
Να γίνει επιτέλους ισότιμη η μεταχείριση των περιβαλλοντικών ΜΚΟ ανά αντικείμενο. Η βιοποικιλότητα σαν έννοια περιλαμβάνει κάθε είδος χλωρίδας και πανίδας που ενδιαιτεί σε μία χώρα. Δε μπορεί επομένως για την προστασία των πτηνών και των θηλαστικών να ξοδεύονται εκατομμύρια και για την προστασία των ερπετών ή των εντόμων να μη ξοδεύεται ούτε ένα ευρώ επειδή οι σχετικές περιβαλλοντικές ΜΚΟ δεν συμμετέχουν στην «ομάδα των 10» που λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος των πράσινων πόρων.
Να δημιουργηθεί άμεσα και να αναρτηθεί στο διαδίκτυο ανοιχτή βάση δεδομένων όπου θα φαίνονται τα χρήματα που έχει λάβει κάθε οργάνωση αναδρομικά, καθώς και η αξιοποίησή τους σε σχέση πάντα με το αντικείμενο στο οποίο εξειδικεύονται.
Εκτιμούμε πως η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας επιτάσσει, αντί της απαξίωσης των συλλογικών φορέων που εκπροσωπούν τις παραδοσιακές χρήσεις γης στην Ελλάδα, να θεσμοθετηθεί άμεσα ένα σύστημα ελέγχου κάθε περιβαλλοντικής ΜΚΟ. Ιδίως των ΜΚΟ που παρεμβαίνουν στις θεσμικές διαδικασίες και απολαμβάνουν Εθνικούς, Ευρωπαϊκούς ή άλλους πόρους. Να γίνει επιτέλους το πρώτο βήμα για την ουσιαστική διαφάνεια των χειρισμών και της διάθεσης των κονδυλίων, στα πλαίσια της ορθής διαχείρισης και της προστασίας του πολύπαθου φυσικού περιβάλλοντος της χώρας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου