Η νόσος της μυξομάτωσης συνεχίζει να αποδεκατίζει τα αγριοκούνελα στη Λήμνο, χωρίς ωστόσο να είναι εύκολο να απαντηθεί πώς ξέσπασε η «επιδημία» στο νησί…
Ηταν το φυσικό επακόλουθο του υπερπληθυσμού των αγριοκούνελων στο έδαφος του νησιού (;) ή υπήρξε και η διαμεσολάβηση κάποιου… ανθρώπινου παράγοντα που «διευκόλυνε» τη μετάδοση της ασθένειας στη Λήμνο, οι καλλιέργειες της οποίας όντως καταδυναστεύονταν την τελευταία 10ετία από αυτά;
Αυτό ήταν ένα ερώτημα που τέθηκε από πολλούς αναγνώστες στο «Εθνος - Κυνήγι», αλλά είναι απίθανο να απαντηθεί ποτέ με σιγουριά…
Ο πληθυσμός και ο ρυθμός ανάπτυξης των αγριοκούνελων στη Λήμνο από χρονιά σε χρονιά σίγουρα δικαιολογεί την εκδήλωση της νόσου, σαν έναν τρόπο της φύσης να «ρυθμίσει» από μόνη της ό,τι δεν κατάφερε να ρυθμίσει η Πολιτεία, η κυνηγετική κάρπωση ή οι όποιοι άλλοι θηρευτές της άγριας πανίδας.
Από την άλλη, βέβαια, υπάρχουν και τα ιστορικά προηγούμενα της… εισαγόμενης μυξομάτωσης σε άλλες χώρες ή περιοχές του κόσμου που αντιμετώπιζαν ανάλογα προβλήματα με τα αγριοκούνελα, οπότε είναι αυτονόητη η καχυποψία εκείνων που υποψιάζονται… «ανθρώπινο δάκτυλο» στην επιδημία της Λήμνου.
Το Τμήμα Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας Λήμνου, πάντως, χαρακτήρισε ακατάλληλο προς κατανάλωση το κρέας των αγριοκούνελων που έχουν νοσήσει από τον ιό της μυξομάτωσης.
Πριν από λίγες εβδομάδες εντοπίστηκαν τα πρώτα κρούσματα από κυνηγούς στη Λήμνο, οι οποίοι και συνεργάστηκαν με το αρμόδιο Τμήμα Κτηνιατρικής, που έστειλε για εργαστηριακό έλεγχο τα αγριοκούνελα που είχαν νοσήσει. Εκεί επανεπιβεβαιώθηκε εργαστηριακώς η παρουσία του ιού της μυξομάτωσης των κουνελιών σε πληθυσμούς αγριοκούνελων σε διάφορες περιοχές του νησιού.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μυξομάτωση είναι λοιμώδης νόσος των λαγόμορφων με υψηλό σχετικά ποσοστό θνησιμότητας. Χαρακτηρίζεται από ζελατινώδεις υποδόριους όγκους στην κεφαλή και τα γεννητικά όργανα, εκκρίματα πυώδη από τα μάτια (τύφλωση) και τελικώς θάνατο μέσα σε μία εβδομάδα.
Συνήθως μεταδίδεται με τους ψύλλους, τα κουνούπια και άλλα αρθρόποδα. Δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, τον σκύλο, τη γάτα, ούτε σε άλλα οικόσιτα ζώα ή πτηνά.
Το στέλεχος του ιού είναι ιδιαίτερα δυνατό και εκτιμάται ότι θα υπάρξει μεγάλη θνησιμότητα σε όλα τα λαγόμορφα είδη στο νησί.
Το κρέας των κουνελιών που έχουν προσβληθεί από τη νόσο χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση, σύμφωνα με κανονισμό που ορίζει ως τέτοιο το κρέας που προέρχεται από ζώα που πάσχουν από γενικευμένη νόσο, εμφανίζουν ιαιμία (παρουσία ιών σε αίμα και ιστούς) και εμφανίζουν παθοφυσιολογικές αλλοιώσεις και ανωμαλίες στη σύσταση και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά τους.
Ιστορικό προηγούμενο
Στη Βόρεια Ευρώπη στη δεκαετία του 1950 τα κουνέλια είχαν φτάσει σε επίπεδο μάστιγας για τη γεωργία. «Χτύπαγες παλαμάκια και όλο το χωράφι κουνιόταν, ήταν τόσο πολλά τα κουνέλια!» μου είχε πει ο καθηγητής Μπόρα στο Ζωολογικό Ινστιτιούτο Νάφιλντ.
Η εσκεμμένη εισαγωγή του ιού της μυξωμάτωσης θεωρήθηκε τότε αναγκαία για τη μείωση των κουνελιών και για τη σωτηρία της γεωργίας. Η μείωση ήταν άμεση, ο πληθυσμός των κουνελιών μειώθηκε κατά 95%. Ομως το κουνέλι είναι δυναμικός οργανισμός και ανέπτυξε αντίσταση στη μυξωμάτωση. Σίγουρα οι αριθμοί δεν επανήλθαν στο αρχικό επίπεδο, αλλά επανήλθαν. Και συνεχίζουν να αποτελούν πρόβλημα σε περιοχές που δεν συνδυάζουν το κυνήγι του με άλλα μέτρα διαχείρισης. Αυτό που έμεινε είναι η ενδημική μυξωμάτωση, που πλήττει ένα μικρό ποσοστό κουνελιών.
Στην Ελλάδα, εκτός από τη μυξωμάτωση δρα κατά καιρούς και ο ιός Καλίτσι, μια μορφή αιμορραγικής νόσου που έχει αποδεκατίσει τα κουνέλια σε άλλα νησιά. Εχουμε δει από τη δεκαετία του 1990 ότι τα κουνέλια κατάφεραν να ανακάμψουν και από αυτό τον ιό και τώρα βιώνουμε έναν κύκλο μείωσης και ανάκαμψης σε όλα τα νησιά που φιλοξενούν κουνέλια. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και στη Λήμνο.
Ηταν το φυσικό επακόλουθο του υπερπληθυσμού των αγριοκούνελων στο έδαφος του νησιού (;) ή υπήρξε και η διαμεσολάβηση κάποιου… ανθρώπινου παράγοντα που «διευκόλυνε» τη μετάδοση της ασθένειας στη Λήμνο, οι καλλιέργειες της οποίας όντως καταδυναστεύονταν την τελευταία 10ετία από αυτά;
Αυτό ήταν ένα ερώτημα που τέθηκε από πολλούς αναγνώστες στο «Εθνος - Κυνήγι», αλλά είναι απίθανο να απαντηθεί ποτέ με σιγουριά…
Ο πληθυσμός και ο ρυθμός ανάπτυξης των αγριοκούνελων στη Λήμνο από χρονιά σε χρονιά σίγουρα δικαιολογεί την εκδήλωση της νόσου, σαν έναν τρόπο της φύσης να «ρυθμίσει» από μόνη της ό,τι δεν κατάφερε να ρυθμίσει η Πολιτεία, η κυνηγετική κάρπωση ή οι όποιοι άλλοι θηρευτές της άγριας πανίδας.
Από την άλλη, βέβαια, υπάρχουν και τα ιστορικά προηγούμενα της… εισαγόμενης μυξομάτωσης σε άλλες χώρες ή περιοχές του κόσμου που αντιμετώπιζαν ανάλογα προβλήματα με τα αγριοκούνελα, οπότε είναι αυτονόητη η καχυποψία εκείνων που υποψιάζονται… «ανθρώπινο δάκτυλο» στην επιδημία της Λήμνου.
Το Τμήμα Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας Λήμνου, πάντως, χαρακτήρισε ακατάλληλο προς κατανάλωση το κρέας των αγριοκούνελων που έχουν νοσήσει από τον ιό της μυξομάτωσης.
Πριν από λίγες εβδομάδες εντοπίστηκαν τα πρώτα κρούσματα από κυνηγούς στη Λήμνο, οι οποίοι και συνεργάστηκαν με το αρμόδιο Τμήμα Κτηνιατρικής, που έστειλε για εργαστηριακό έλεγχο τα αγριοκούνελα που είχαν νοσήσει. Εκεί επανεπιβεβαιώθηκε εργαστηριακώς η παρουσία του ιού της μυξομάτωσης των κουνελιών σε πληθυσμούς αγριοκούνελων σε διάφορες περιοχές του νησιού.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μυξομάτωση είναι λοιμώδης νόσος των λαγόμορφων με υψηλό σχετικά ποσοστό θνησιμότητας. Χαρακτηρίζεται από ζελατινώδεις υποδόριους όγκους στην κεφαλή και τα γεννητικά όργανα, εκκρίματα πυώδη από τα μάτια (τύφλωση) και τελικώς θάνατο μέσα σε μία εβδομάδα.
Συνήθως μεταδίδεται με τους ψύλλους, τα κουνούπια και άλλα αρθρόποδα. Δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο, τον σκύλο, τη γάτα, ούτε σε άλλα οικόσιτα ζώα ή πτηνά.
Το στέλεχος του ιού είναι ιδιαίτερα δυνατό και εκτιμάται ότι θα υπάρξει μεγάλη θνησιμότητα σε όλα τα λαγόμορφα είδη στο νησί.
Το κρέας των κουνελιών που έχουν προσβληθεί από τη νόσο χαρακτηρίζεται ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση, σύμφωνα με κανονισμό που ορίζει ως τέτοιο το κρέας που προέρχεται από ζώα που πάσχουν από γενικευμένη νόσο, εμφανίζουν ιαιμία (παρουσία ιών σε αίμα και ιστούς) και εμφανίζουν παθοφυσιολογικές αλλοιώσεις και ανωμαλίες στη σύσταση και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά τους.
Ιστορικό προηγούμενο
Στη Βόρεια Ευρώπη στη δεκαετία του 1950 τα κουνέλια είχαν φτάσει σε επίπεδο μάστιγας για τη γεωργία. «Χτύπαγες παλαμάκια και όλο το χωράφι κουνιόταν, ήταν τόσο πολλά τα κουνέλια!» μου είχε πει ο καθηγητής Μπόρα στο Ζωολογικό Ινστιτιούτο Νάφιλντ.
Η εσκεμμένη εισαγωγή του ιού της μυξωμάτωσης θεωρήθηκε τότε αναγκαία για τη μείωση των κουνελιών και για τη σωτηρία της γεωργίας. Η μείωση ήταν άμεση, ο πληθυσμός των κουνελιών μειώθηκε κατά 95%. Ομως το κουνέλι είναι δυναμικός οργανισμός και ανέπτυξε αντίσταση στη μυξωμάτωση. Σίγουρα οι αριθμοί δεν επανήλθαν στο αρχικό επίπεδο, αλλά επανήλθαν. Και συνεχίζουν να αποτελούν πρόβλημα σε περιοχές που δεν συνδυάζουν το κυνήγι του με άλλα μέτρα διαχείρισης. Αυτό που έμεινε είναι η ενδημική μυξωμάτωση, που πλήττει ένα μικρό ποσοστό κουνελιών.
Στην Ελλάδα, εκτός από τη μυξωμάτωση δρα κατά καιρούς και ο ιός Καλίτσι, μια μορφή αιμορραγικής νόσου που έχει αποδεκατίσει τα κουνέλια σε άλλα νησιά. Εχουμε δει από τη δεκαετία του 1990 ότι τα κουνέλια κατάφεραν να ανακάμψουν και από αυτό τον ιό και τώρα βιώνουμε έναν κύκλο μείωσης και ανάκαμψης σε όλα τα νησιά που φιλοξενούν κουνέλια. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και στη Λήμνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου