Μαζί με την αρκούδα και τον λύκο, ο λύγκας είναι το τρίτο μεγάλο σαρκοφάγο των δασών της Ελλάδας. Είναι ένα αιλουροειδές, που λόγω της ιδιαίτερης οικολογίας και συμπεριφοράς του, έχει λάβει συχνά μυθικές διαστάσεις στην φαντασία του λαού, καθώς είναι γνωστό σαν ένα άγριο και οξυδερκές ζώο που ελάχιστοι είχαν την ευκαιρία να συναντηθούν μαζί του. Πρόκειται για ένα από τα πιο διαδεδομένα αιλουροειδή στον πλανήτη με κύρια εξάπλωσή στη Ρωσία (Σιβηρία) και την κεντρική Ασία. Ο Ευρασιατικός λύγκας, λόγω της γεωγραφικής απομόνωσης που υπέστησαν οι πληθυσμοί του από πολύ νωρίς, παρουσιάζει σήμερα 11 υποείδη που διαχωρίζονται με βάση μορφολογικά και όχι γενετικά χαρακτηριστικά. Στην Ευρώπη, εμφανίζεται κι ένα δεύτερο είδος λύγκα, ο Ιβηρικός, που βρίσκεται μόνο στην Ιβηρική χερσόνησο.
Σε ιστορικούς χρόνους ο λύγκας υπήρχε παντού στην Ευρώπη με εξαίρεση τα νησιά και τις μη δασωμένες παράκτιες και αρκτικές περιοχές. Η εξαφάνισή του από την κεντρική Ευρώπη οφείλεται σε ανθρωπογενή αίτια και ξεκίνησε τον 16ο - 17ο αιώνα, με αποτέλεσμα το 1950 να έχει μείνει μόνο ένας μικρός πληθυσμός στην Σκανδιναβία. Σήμερα, χάρη σε επίπονα και πολυετή προγράμματα επανεισαγωγής του, έχουν αποκατασταθεί ορισμένοι πληθυσμοί κυρίως στις Άλπεις και στην Σλοβενία.
Ο λύγκας εξαρτάται από την ύπαρξη δασωμένων εκτάσεων και άγριων θηραμάτων πολύ, περισσότερο από ότι ο λύκος και η αρκούδα. Προτιμάει τα εκτεταμένα πυκνά δάση πλατύφυλλων, κωνοφόρων ή και τα μικτά, από το ύψος της θάλασσας ως και τα δασοόρια. Ζει μοναχικά διατηρώντας την επικράτειά του, που σημαδεύει με τα ούρα του. Στην Ευρώπη έχει βρεθεί ότι η επικράτεια ενός λύγκα μπορεί να κυμαίνεται από 98 έως και 2780 km2 δηλαδή, λίγο μικρότερη από την Εύβοια! Δραστηριοποιείται κυρίως κατά το σούρουπο και την αυγή, ενώ ξεκουράζεται την ημέρα. Ο λύγκας δεν είναι ιδιαίτερα γρήγορο ζώο, και αυτό, γιατί έχει μικρή καρδιά σε σχέση με το σώμα του. Έτσι συλλαμβάνει την τροφή του στήνοντας ενέδρες είτε σε μέρη με πολύ πυκνή βλάστηση, είτε ανεβαίνοντας στα δέντρα κάτι που κάνει με εξαιρετική ευκολία. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων στην σύλληψη της τροφής του, ο λύγκας προτιμά ώριμα ή σε προχωρημένο στάδιο διαδοχής δάση, διασπασμένα από μικρά λιβάδια και με διάσπαρτα πεσμένα δέντρα. Η τροφή του ποικίλλει ανάλογα με την αφθονία θηραμάτων στην περιοχή όπόυ ζει, όμως δείχνει μία σαφή προτίμηση στα θηλαστικά που αποτελούν το 80-90% της διατροφής του και ιδίως τα μικρά οπληφόρα (ζαρκάδια, αγριόγιδα). Το ζευγάρωμα γίνεται κατά τους μήνες Φεβρουάριο ως Απρίλιο, που είναι και η μόνη περίοδος όπου το αρσενικό ζει μαζί με το θηλυκό όσο κρατάει ο οίστρος.
Ο λύγκας δεν έχει φυσικούς εχθρούς αν κι έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που σκοτώθηκε από λύκο ή τίγρη. Οι κύριοι παράγοντες θνησιμότητας του λύγκα είναι ανθρωπογενείς: τα τροχαία ατυχήματα και το λαθροκυνήγι. Απειλή για το είδος συνιστούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες και η όχληση που προκύπτει από αυτές, όπως οι διανοίξεις δρόμων για δασικές εκμεταλλεύσεις ή για τουρισμό και οι εκτεταμένες υλοτομίες που προκαλούν υποβάθμιση των ώριμων δασών. Σε φυσικές συνθήκες, οι περιοριστικοί παράγοντες του πληθυσμού του, είναι η διαθεσιμότητα τροφής και οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με άλλους λύγκες.
Ο λύγκας στα Βαλκάνια
Ο αυτόχθονος λύγκας των Βαλκανίων, που εμφανίζεται σήμερα μεταξύ των συνόρων νότιας Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας, ΠΓΔ Μακεδονίας και περιστασιακά στην Ελλάδα, είναι ο πιο απειλούμενος αυτόχθονος πληθυσμός στον ευρωπαϊκό χώρο, καθώς υπολογίζεται ότι έχουν απομείνει 50-80 άτομα. Βορειότερα, στην Βαλκανική χερσόνησο (Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία), αναπτύσσεται ένας πληθυσμός που προέρχεται από λιγοστά άτομα που επανεισήχθηκαν πριν 20 χρόνια στην Σλοβενία. Ο πληθυσμός αυτός έχει τεράστια δυναμική και τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μία επέκταση προς τα νότια, απειλώντας κατά κάποιον τρόπο τον αυτόχθονα πληθυσμό των Βαλκανίων. Ακόμη, στη Σερβία και στη Βουλγαρία μεμονωμένα άτομα, που προέρχονται από τον πληθυσμό της Ρουμανίας, έχουν παρατηρηθεί να περνούν τον Δούναβη κολυμπώντας!!!
Ο λύγκας στην Ελλάδα
Ο λύγκας ήταν ήδη αρκετά σπάνιος στην Ελλάδα του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου. Η εξάπλωσή του τότε έφτανε από τον Όλυμπο έως τη νότια Πελοπόννησο. Όπως μάλιστα αναφέρει ο φυσιοδίφης Heidreich (1878), το 1862 σκοτώθηκε στην Πάρνηθα ένας λύγκας και βρίσκεται ακόμη σήμερα βαλσαμωμένος στην συλλογή του Ζωολογικού Μουσείου του Παν/μίου Κρήτης. Ο λύγκας ήταν όμως πιο κοινός εκτός των συνόρων της τότε Ελλάδας. Ο Καλοστύπης (1896), αναφέρει ότι λύγκες, ζούσαν στα βουνά της Πίνδου και στα όρη της Μακεδονίας και Θράκης: Βίτσι, Βαρνούντας, Βόρας και Ροδόπη. Όμως δεν έχουν περάσει περισσότερα από 45-50 χρόνια από τότε που οι χωρικοί συναντούσαν λύγκες στα υδροχαρή δάση γύρω από την Λ. Βιστονίδα και στο Δέλτα του Νέστου, στο Δάσος Κοτζά Ορμάν, πριν γίνει η ολοκληρωτική εκχέρσωση των δασών αυτών κατά την δεκαετία του 1950 (Παπαιωάννου, 1952)
Τα τελευταία 40 χρόνια η εξάπλωση του λύγκα στην Ελλάδα έχει υποστεί μία συντριπτική συρρίκνωση. Στην Β. Πίνδο μόνο οι γεροντότεροι θυμούνται αμυδρά τον "ρήσιο", ενώ οι τελευταίες επιβεβαιωμένες μαρτυρίες για παρουσία του λύγκα ή "σαρί γκουτζούκ", όπως τον ονόμαζαν εκεί είναι από τα βουνά του Έβρου, πριν από 35 περίπου χρόνια. Τότε σταματούν και οι αναφορές για λύγκες στα βουνά της Ροδόπης, καθώς οι νομάδες κτηνοτρόφοι εγκατέλειψαν την ορεινή περιοχή κι εγκαταστάθηκαν στα πεδινά.
Σήμερα υπάρχουν σποραδικές αξιόπιστες αναφορές για παρουσία λύγκα σε περιοχές της Β. Πίνδου και του Βόρα (Καιμακτσαλάν), ωστόσο η μόνιμη παρουσία του πανέμορφου αυτού ζώου στην χώρα μας είναι αβέβαιη. Οι ελάχιστες επιβεβαιωμένες αυτές μαρτυρίες των τελευταίων ετών υποδηλώνουν μία άμεση επικοινωνία με τον πληθυσμό των Βαλκανίων κι έτσι το πιθανότερο είναι ότι τα μεμονωμένα άτομα που έχουν αναφερθεί προέρχονται από τον γειτονικό μόνιμο πληθυσμό της ΠΓΔ Μακεδονίας, καθώς είναι γνωστό ότι ο λύγκας πραγματοποιεί τεράστιες μετακινήσεις που φτάνουν και τα 300 χλμ., κι έτσι αποικίζει νέες περιοχές.
Στοιχεία για τη μόνιμη παρουσία του λύγκα στην Ελλάδα δεν έχουν ακόμη προκύψει, αν και δεν έχει γίνει επισταμένη έρευνα με ερωτηματολόγια, ή έρευνα στο πεδίο κυρίως για σκοτωμένα από λύγκα ζώα που αποτελούν και ένα από τα πιο αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία παρουσίας του. Ωστόσο, η έρευνα πεδίου που πραγματοποιήθηκε από τα προγράμματα ΑΡΚΤΟΣ και ΛΥΚΟΣ δεν απέδωσε αξιόπιστα νεώτερα στοιχεία, παρ' ότι έγινε σε σημαντικές, μέχρι πριν λίγα χρόνια, περιοχές για το είδος. Παρ' ότι η δασοκάλυψη στην Ελλάδα παρουσιάζει αύξηση, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή δασών, οι πληθυσμοί θηρεύσιμων ειδών και κυρίως των οπληφόρων, που αποτελούν την βάση της διατροφής του λύγκα, είναι ιδιαίτερα φτωχοί. Αναλυτικότερα:
- Το ελάφι έχει πρακτικά εξαφανιστεί από τα ελληνικά βουνά, με ελάχιστα μόνο άτομα να παρατηρούνται στα βουνά της Ροδόπης
- Το ζαρκάδι παρ' ότι έχει ευρεία εξάπλωση παρουσιάζει πολύ χαμηλούς αριθμούς γεγονός που οφείλεται κυρίως στο παράνομο κυνήγι και το κλείσιμο των δασικών διάκενων
- Τα αγριόγιδα περιορίζονται πια σε ελάχιστους απομονωμένους πληθυσμούς
- Ο λαγός παρουσιάζει πλουσιότερους πληθυσμούς και καλύτερη κατανομή ωστόσο δεν ξέρουμε τις πυκνότητες πληθυσμού στα δάση.
Άλλα είδη που αποτελούν θηράματα για τον λύγκα είναι η αγριόκοτα και ο αγριόκουρκος (είδη με σχεδόν τοπική εξάπλωση στην Ελλάδα), πέρδικες και άλλα πουλιά, καθώς και μικρά θηλαστικά.
Το μέλλον του λύγκα στη Ελλάδα
Αν και δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για ελληνικό πληθυσμό λύγκα, η χώρα μας δέχεται άτομα από το γειτονικό πληθυσμό του αυτόχθονου Βαλκανικού λύγκα.
Πρόσφατα ολοκληρώθηκε και δημοσιεύτηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης, το σχέδιο δράσης για τον Ευρασιατικό λύγκα. Όλοι οι πληθυσμοί του λύγκα στην Ευρώπη εκτείνονται μεταξύ γειτονικών κρατών, επομένως η προστασία του προϋποθέτει διασυνοριακές δράσεις. Ιδιαίτερα για την Ελλάδα οι δράσεις που προτείνονται είναι:
- να διευκρινιστεί η κατάσταση του είδους στην χώρα μας και να ξεκινήσει ένα πρόγραμμα παρακολούθησης
- να αναλυθούν τα αίτια μείωσης ή εξαφάνισης του λύγκα από την Ελλάδα
- να αναπτυχθεί συνεργασία με τις γειτονικές χώρες (ΠΓΔ Μακεδονία και Αλβανία) που μοιράζονται τον ίδιο πληθυσμό για παρακολούθηση και προστασία του.
Τέλος, θα λέγαμε ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο αλλά και άχαρο να φτάσει κανείς στο συμπέρασμα ότι ένα είδος εξαφανίστηκε από την χώρα μας. Στην περίπτωση του λύγκα δεν έχουμε δικαίωμα να πούμε κάτι τέτοιο αν δεν γίνει πρώτα συστηματική έρευνα στα βουνά της Β. Ελλάδας.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Παναγιωτοπούλου Μ. και Θ. Κομηνός, 1992. Προκαταρκτική έρευνα για τον λύγκα στην Β. Πίνδο και την Ροδόπη. Πρόγραμμα απογραφής Πανίδας και Βιοτόπων της Ελλάδας.
Action pian for the conservation of the Eurasian lynx in Eyr
Σε ιστορικούς χρόνους ο λύγκας υπήρχε παντού στην Ευρώπη με εξαίρεση τα νησιά και τις μη δασωμένες παράκτιες και αρκτικές περιοχές. Η εξαφάνισή του από την κεντρική Ευρώπη οφείλεται σε ανθρωπογενή αίτια και ξεκίνησε τον 16ο - 17ο αιώνα, με αποτέλεσμα το 1950 να έχει μείνει μόνο ένας μικρός πληθυσμός στην Σκανδιναβία. Σήμερα, χάρη σε επίπονα και πολυετή προγράμματα επανεισαγωγής του, έχουν αποκατασταθεί ορισμένοι πληθυσμοί κυρίως στις Άλπεις και στην Σλοβενία.
Ο λύγκας εξαρτάται από την ύπαρξη δασωμένων εκτάσεων και άγριων θηραμάτων πολύ, περισσότερο από ότι ο λύκος και η αρκούδα. Προτιμάει τα εκτεταμένα πυκνά δάση πλατύφυλλων, κωνοφόρων ή και τα μικτά, από το ύψος της θάλασσας ως και τα δασοόρια. Ζει μοναχικά διατηρώντας την επικράτειά του, που σημαδεύει με τα ούρα του. Στην Ευρώπη έχει βρεθεί ότι η επικράτεια ενός λύγκα μπορεί να κυμαίνεται από 98 έως και 2780 km2 δηλαδή, λίγο μικρότερη από την Εύβοια! Δραστηριοποιείται κυρίως κατά το σούρουπο και την αυγή, ενώ ξεκουράζεται την ημέρα. Ο λύγκας δεν είναι ιδιαίτερα γρήγορο ζώο, και αυτό, γιατί έχει μικρή καρδιά σε σχέση με το σώμα του. Έτσι συλλαμβάνει την τροφή του στήνοντας ενέδρες είτε σε μέρη με πολύ πυκνή βλάστηση, είτε ανεβαίνοντας στα δέντρα κάτι που κάνει με εξαιρετική ευκολία. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων στην σύλληψη της τροφής του, ο λύγκας προτιμά ώριμα ή σε προχωρημένο στάδιο διαδοχής δάση, διασπασμένα από μικρά λιβάδια και με διάσπαρτα πεσμένα δέντρα. Η τροφή του ποικίλλει ανάλογα με την αφθονία θηραμάτων στην περιοχή όπόυ ζει, όμως δείχνει μία σαφή προτίμηση στα θηλαστικά που αποτελούν το 80-90% της διατροφής του και ιδίως τα μικρά οπληφόρα (ζαρκάδια, αγριόγιδα). Το ζευγάρωμα γίνεται κατά τους μήνες Φεβρουάριο ως Απρίλιο, που είναι και η μόνη περίοδος όπου το αρσενικό ζει μαζί με το θηλυκό όσο κρατάει ο οίστρος.
Ο λύγκας δεν έχει φυσικούς εχθρούς αν κι έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που σκοτώθηκε από λύκο ή τίγρη. Οι κύριοι παράγοντες θνησιμότητας του λύγκα είναι ανθρωπογενείς: τα τροχαία ατυχήματα και το λαθροκυνήγι. Απειλή για το είδος συνιστούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες και η όχληση που προκύπτει από αυτές, όπως οι διανοίξεις δρόμων για δασικές εκμεταλλεύσεις ή για τουρισμό και οι εκτεταμένες υλοτομίες που προκαλούν υποβάθμιση των ώριμων δασών. Σε φυσικές συνθήκες, οι περιοριστικοί παράγοντες του πληθυσμού του, είναι η διαθεσιμότητα τροφής και οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με άλλους λύγκες.
Ο λύγκας στα Βαλκάνια
Ο αυτόχθονος λύγκας των Βαλκανίων, που εμφανίζεται σήμερα μεταξύ των συνόρων νότιας Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας, ΠΓΔ Μακεδονίας και περιστασιακά στην Ελλάδα, είναι ο πιο απειλούμενος αυτόχθονος πληθυσμός στον ευρωπαϊκό χώρο, καθώς υπολογίζεται ότι έχουν απομείνει 50-80 άτομα. Βορειότερα, στην Βαλκανική χερσόνησο (Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία), αναπτύσσεται ένας πληθυσμός που προέρχεται από λιγοστά άτομα που επανεισήχθηκαν πριν 20 χρόνια στην Σλοβενία. Ο πληθυσμός αυτός έχει τεράστια δυναμική και τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μία επέκταση προς τα νότια, απειλώντας κατά κάποιον τρόπο τον αυτόχθονα πληθυσμό των Βαλκανίων. Ακόμη, στη Σερβία και στη Βουλγαρία μεμονωμένα άτομα, που προέρχονται από τον πληθυσμό της Ρουμανίας, έχουν παρατηρηθεί να περνούν τον Δούναβη κολυμπώντας!!!
Ο λύγκας στην Ελλάδα
Ο λύγκας ήταν ήδη αρκετά σπάνιος στην Ελλάδα του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου. Η εξάπλωσή του τότε έφτανε από τον Όλυμπο έως τη νότια Πελοπόννησο. Όπως μάλιστα αναφέρει ο φυσιοδίφης Heidreich (1878), το 1862 σκοτώθηκε στην Πάρνηθα ένας λύγκας και βρίσκεται ακόμη σήμερα βαλσαμωμένος στην συλλογή του Ζωολογικού Μουσείου του Παν/μίου Κρήτης. Ο λύγκας ήταν όμως πιο κοινός εκτός των συνόρων της τότε Ελλάδας. Ο Καλοστύπης (1896), αναφέρει ότι λύγκες, ζούσαν στα βουνά της Πίνδου και στα όρη της Μακεδονίας και Θράκης: Βίτσι, Βαρνούντας, Βόρας και Ροδόπη. Όμως δεν έχουν περάσει περισσότερα από 45-50 χρόνια από τότε που οι χωρικοί συναντούσαν λύγκες στα υδροχαρή δάση γύρω από την Λ. Βιστονίδα και στο Δέλτα του Νέστου, στο Δάσος Κοτζά Ορμάν, πριν γίνει η ολοκληρωτική εκχέρσωση των δασών αυτών κατά την δεκαετία του 1950 (Παπαιωάννου, 1952)
Τα τελευταία 40 χρόνια η εξάπλωση του λύγκα στην Ελλάδα έχει υποστεί μία συντριπτική συρρίκνωση. Στην Β. Πίνδο μόνο οι γεροντότεροι θυμούνται αμυδρά τον "ρήσιο", ενώ οι τελευταίες επιβεβαιωμένες μαρτυρίες για παρουσία του λύγκα ή "σαρί γκουτζούκ", όπως τον ονόμαζαν εκεί είναι από τα βουνά του Έβρου, πριν από 35 περίπου χρόνια. Τότε σταματούν και οι αναφορές για λύγκες στα βουνά της Ροδόπης, καθώς οι νομάδες κτηνοτρόφοι εγκατέλειψαν την ορεινή περιοχή κι εγκαταστάθηκαν στα πεδινά.
Σήμερα υπάρχουν σποραδικές αξιόπιστες αναφορές για παρουσία λύγκα σε περιοχές της Β. Πίνδου και του Βόρα (Καιμακτσαλάν), ωστόσο η μόνιμη παρουσία του πανέμορφου αυτού ζώου στην χώρα μας είναι αβέβαιη. Οι ελάχιστες επιβεβαιωμένες αυτές μαρτυρίες των τελευταίων ετών υποδηλώνουν μία άμεση επικοινωνία με τον πληθυσμό των Βαλκανίων κι έτσι το πιθανότερο είναι ότι τα μεμονωμένα άτομα που έχουν αναφερθεί προέρχονται από τον γειτονικό μόνιμο πληθυσμό της ΠΓΔ Μακεδονίας, καθώς είναι γνωστό ότι ο λύγκας πραγματοποιεί τεράστιες μετακινήσεις που φτάνουν και τα 300 χλμ., κι έτσι αποικίζει νέες περιοχές.
Στοιχεία για τη μόνιμη παρουσία του λύγκα στην Ελλάδα δεν έχουν ακόμη προκύψει, αν και δεν έχει γίνει επισταμένη έρευνα με ερωτηματολόγια, ή έρευνα στο πεδίο κυρίως για σκοτωμένα από λύγκα ζώα που αποτελούν και ένα από τα πιο αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία παρουσίας του. Ωστόσο, η έρευνα πεδίου που πραγματοποιήθηκε από τα προγράμματα ΑΡΚΤΟΣ και ΛΥΚΟΣ δεν απέδωσε αξιόπιστα νεώτερα στοιχεία, παρ' ότι έγινε σε σημαντικές, μέχρι πριν λίγα χρόνια, περιοχές για το είδος. Παρ' ότι η δασοκάλυψη στην Ελλάδα παρουσιάζει αύξηση, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή δασών, οι πληθυσμοί θηρεύσιμων ειδών και κυρίως των οπληφόρων, που αποτελούν την βάση της διατροφής του λύγκα, είναι ιδιαίτερα φτωχοί. Αναλυτικότερα:
- Το ελάφι έχει πρακτικά εξαφανιστεί από τα ελληνικά βουνά, με ελάχιστα μόνο άτομα να παρατηρούνται στα βουνά της Ροδόπης
- Το ζαρκάδι παρ' ότι έχει ευρεία εξάπλωση παρουσιάζει πολύ χαμηλούς αριθμούς γεγονός που οφείλεται κυρίως στο παράνομο κυνήγι και το κλείσιμο των δασικών διάκενων
- Τα αγριόγιδα περιορίζονται πια σε ελάχιστους απομονωμένους πληθυσμούς
- Ο λαγός παρουσιάζει πλουσιότερους πληθυσμούς και καλύτερη κατανομή ωστόσο δεν ξέρουμε τις πυκνότητες πληθυσμού στα δάση.
Άλλα είδη που αποτελούν θηράματα για τον λύγκα είναι η αγριόκοτα και ο αγριόκουρκος (είδη με σχεδόν τοπική εξάπλωση στην Ελλάδα), πέρδικες και άλλα πουλιά, καθώς και μικρά θηλαστικά.
Το μέλλον του λύγκα στη Ελλάδα
Αν και δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για ελληνικό πληθυσμό λύγκα, η χώρα μας δέχεται άτομα από το γειτονικό πληθυσμό του αυτόχθονου Βαλκανικού λύγκα.
Πρόσφατα ολοκληρώθηκε και δημοσιεύτηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης, το σχέδιο δράσης για τον Ευρασιατικό λύγκα. Όλοι οι πληθυσμοί του λύγκα στην Ευρώπη εκτείνονται μεταξύ γειτονικών κρατών, επομένως η προστασία του προϋποθέτει διασυνοριακές δράσεις. Ιδιαίτερα για την Ελλάδα οι δράσεις που προτείνονται είναι:
- να διευκρινιστεί η κατάσταση του είδους στην χώρα μας και να ξεκινήσει ένα πρόγραμμα παρακολούθησης
- να αναλυθούν τα αίτια μείωσης ή εξαφάνισης του λύγκα από την Ελλάδα
- να αναπτυχθεί συνεργασία με τις γειτονικές χώρες (ΠΓΔ Μακεδονία και Αλβανία) που μοιράζονται τον ίδιο πληθυσμό για παρακολούθηση και προστασία του.
Τέλος, θα λέγαμε ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο αλλά και άχαρο να φτάσει κανείς στο συμπέρασμα ότι ένα είδος εξαφανίστηκε από την χώρα μας. Στην περίπτωση του λύγκα δεν έχουμε δικαίωμα να πούμε κάτι τέτοιο αν δεν γίνει πρώτα συστηματική έρευνα στα βουνά της Β. Ελλάδας.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Παναγιωτοπούλου Μ. και Θ. Κομηνός, 1992. Προκαταρκτική έρευνα για τον λύγκα στην Β. Πίνδο και την Ροδόπη. Πρόγραμμα απογραφής Πανίδας και Βιοτόπων της Ελλάδας.
Action pian for the conservation of the Eurasian lynx in Eyr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου